Έργο που πραγματοποιήθηκε με τον Άγγελο Αλτσιτζόγλου

Το κτίριο διακρίνεται από τη γεωμετρία της κάτοψης και τη στερεομετρία των όγκων. Το τετράγωνο της κάτοψης χωρίζεται σε δύο τρίγωνα, τα οποία διολισθαίνουν κατά τη διαγώνιο και χωρίζονται σε άλλα τρίγωνα που συμπεριλαμβάνουν εσωτερικούς και υπαίθριους χώρους. Οι εξώστες σκαμμένοι στην κτιριακή μάζα αποτελούν σημειακές διεισδύσεις του κήπου στο κτίριο. Είναι υπαίθρια δωμάτια προστατευμένα από τις καιρικές συνθήκες που ευνοούν μια υπαίθρια ζωή χειμώνα-καλοκαίρι και ανταποκρίνονται στο ήπιο κλίμα της περιοχής. Η μονολιθικότητα της κατασκευής αναδεικνύει την πλαστικότητα της μορφής. Η μικρή κλίμακα των κουφωμάτων υποβαθμίζεται μέσα στις σκιερές χοάνες των όψεων, για να επικρατήσει εν τέλει μια μεγαλύτερη κλίμακα εναλλαγής πλήρων και κενών. Η διάπλαση των όγκων (η εισαγωγή της διαγωνίου, η αντίστροφη από την καθιερωμένη κλίση της στέγης και το σκάψιμο των όψεων) προσφέρουν εναλλασσόμενες προοπτικές στην πορεία του επισκέπτη (ενίοτε παραμορφωτικές) που δρουν αντιστικτικά εισάγοντας μια αίσθηση κινητικότητας στη στατική στερεομετρία της μορφής. Επίσης αντιστικτικά στο βάρος της μονολιθικής κατασκευής δρουν και οι παστέλ αποχρώσεις του ροζ και μωβ χρώματος των δύο πρισμάτων, που ελαφραίνουν οπτικά τον όγκο και παραπέμπουν σ’ ένα παιχνίδι με τη γεωμετρία.